Ανεβαίνεις τα σκαλιά και βρίσκεις ένα αίθριο μικρό ρεστοράν με casual έθνικ διάθεση, ένα μπαρ, έναν εκθεσιακό χώρο κι ένα κλαμπάκι που επικοινωνούν λειτουργικά μεταξύ τους. By Χρήστος Πότσιος, in a theatre near you, εκεί στο κέντρο.
Τι να πεις για τον Χρήστο Πότσιο… Το πράγμα άρχισε να δείχνει από τα ’90s στο «Zoo», Mιχαλακοπούλου και Σεβαστείας. Συνεχίστηκε στο «DeLuxe» στη Φαλήρου στο Κουκάκι, για να περάσει στην εποχή του «Soul» στην Ευριπίδου και να φτάσει στα «Swing» και «Soul Kitchen» στο Γκάζι. Εντάξει, ο άνθρωπος παρακίνησε αρκετά από τα νυχτερινά μας αλκοολούχα ξεπορτίσματα των τελευταίων 15 χρόνων. Συνδυάζοντας μπάρα, μουσικές και φαγητό, τα μαγαζιά του στο κέντρο και στα πέριξ, ακόμη κι αν ενσωμάτωναν διαφορετικά ρεύματα, εξέπεμπαν αναγνωρίσιμα σήματα. Και παρότι αυτήν τη φορά ξεκίνησε βάζοντας κι άλλες περιοχές στη μηχανή αναζήτησης (χώρου), το κέντρο κέρδισε και πάλι στα σημεία: το «Φουάρ» άνοιξε πριν από μερικούς μήνες στο πάνω πάτωμα ενός διατηρητέου της Μητροπόλεως, στο ύψος της Καπνικαρέας.
Μπορεί να χρειαστεί να την ψάξεις λίγο την είσοδο. Μόλις τη βρεις όμως, θα βρεις και σκάλα, και ασανσέρ για ένα μπαρ, εστιατόριο, εκθεσιακό χώρο (το ντεμπούτο έγινε με tattoo photography, ενώ για τη συνέχεια έχει πολύ «ανοιχτή» διάθεση) και κλαμπάκι, που στην ουσία τώρα μπαίνει σε πρόγραμμα. Η σεζόν ξεκινάει στις 19/9 με Fresh & Yellow, στις 20/9 αναλαμβάνουν ο Χρήστος Αγγελόπουλος (Κontakt) και ο ραδιοφωνικός παραγωγός Παναγιώτης Μένεγος και ακολουθεί στις 21/9 ένα DJ set των drog A tek (οι οποίοι υπογράφουν τη μουσική στη νέα ταινία του Σύλλα Τζουμέρκα) με αφορμή τις Νύχτες Πρεμιέρας.
Η οροφή πάνω από το εστιατόριο ήταν ανοιχτή όλο το καλοκαίρι κι έβλεπες σκούρο ουρανό – από τις αρχές Οκτωβρίου όμως στην εξίσωση μπαίνει και η… λιακάδα. Έτσι το πυκνό κυμινάτο χούμους, το ωραίο pad Τhai με λάιμ, τσίλι, φιστίκι και φρέσκο κόλιανδρο αλλά και τα ασιατικά μπέργκερ θα κυκλοφορούν και τα μεσημέρια στα τραπέζια και στους ξύλινους πάγκους, ανάμεσα στα δέντρα και στα φικοειδή στις ζαρντινιέρες.
Την πάπια με κίτρινο κάρι και ανανά τη βρήκα κάπως μονοδιάστατη και το σιρόπι στη φρουτοσαλάτα παραήταν πετιμέζι. Σε γενικές γραμμές πάντως, παίζοντας στο γνώριμο casual έθνικ ταμπλό στο οποίο μας έχει συνηθίσει ο κ. Πότσιος, η κουζίνα κι ευχάριστη είναι, και νορμάλ στις τιμές της (€ 4 όλα τα ορεκτικά και ανάμεσα σε € 8 και € 12 τα κυρίως πιάτα). Το ίδιο συμβαίνει και με τη λίστα κρασιών, ενώ υπάρχει πάντα η προοπτική να ξεκινήσεις με ένα δροσερό, ελαφρά πικάντικο Cucumber Collins ή ένα Aviation και να συνεχίσεις με ένα δεύτερο στην μπάρα και στα γύρω stands και τραπεζάκια. Στο «Φουάρ» δεν θα βρεις τα πιο περίτεχνα φαγητά και κοκτέιλ της πόλης, αλλά στην τελική δεν νομίζω ότι είναι αυτή η πρόθεσή του. To νέο urban περιβάλλον έχει ωραίο στιλ: μπαίνεις στο κλαμπάκι, βλέπεις την επενδυμένη με ύφασμα μπαρο-κασέλα ποτών της αυλής του «Soul» και τα stands του «Swing» και το (επανα)οικειοποιείσαι εύκολα. Σχεδόν αυτόματα.