ΤΡΟΝ

ΤΡΟΝ

  • TRON
  • 1982
  • Έγχρ.

Ο κατασκευαστής ενός βιντεογκέιμ μεταλάσσεται και γίνεται στοιχείο του κομπιούτερ, με αποτέλεσμα να έχει ν'αντιμετωπίσει κόσμο κι από την άλλη έναν ηλεκτρονικό μικρο-πολιτισμό που ζει κι αναπνέει πέρα από την αντίληψή μας ...