Μιλήσαμε με τη νεαρή ηθοποιό για τις προκλήσεις της μετάβασης από το θέατρο στο σινεμά, τις σχέσεις, αλλά και το σκηνοθέτη με τον οποίο θα ήθελε να δουλέψει.
Μετά από χρόνια στις θεατρικές σκηνές φέτος κάνεις το πέρασμα στο σινεμά πρωταγωνιστώντας σε δύο βραβευμένες ελληνικές ταινίες. Είχε έρθει η στιγμή για να αφήσεις το θεατρικό σανίδι για τη μεγάλη οθόνη;
Όχι ακριβώς, ήταν κάτι που προέκυψε. Μάλιστα, το «Όντως Φιλιούνται;» γυρίστηκε πριν από δυόμιση χρόνια και λίγο μετά κάναμε το «Άφτερλωβ», έτσι το σινεμά μπήκε στη ζωή μου καθαρά συγκυριακά. Στο θέατρο όμως νιώθω πιο οικεία, είναι το «σπίτι» μου εδώ και οκτώ χρόνια πια.
Οι ερμηνείες σου αναδύουν μια φυσικότητα, σα να έχεις βρει με άνεση τα «κουμπιά» των χαρακτήρων.
Δεν είμαι άνετη τις περισσότερες φορές, ίσως δίνεται αυτή η εντύπωση εξαιτίας του σκηνοθετικού στιλ των ταινιών, που είναι νατουραλιστικό. Μεγάλη σημασία έχει και η ομάδα με την οποία δουλεύεις, οι άνθρωποι γύρω σου να δημιουργούν ένα κλίμα ασφάλειας.
Φαντάζομαι και ο Γιάννης Κορρές βοήθησε σημαντικά ως προς αυτό. Πώς δουλέψατε στο «Όντως Φιλιούνται»;
Κάναμε πολλές πρόβες με το Γιάννη, δίχως όμως αχρείαστη πίεση ή ψυχαναγκασμό. Φρόντιζε καθετί στην ταινία, και δε φοβόταν να δοκιμάζει συνεχώς πράματα, συχνά ανατρέπονταν ιδέες, επιλογές που ακολουθούσαμε. Η ταινία διαρκώς αναπτυσσόταν και άλλαζε μορφή, έτσι αυτό που τελικά βλέπουμε στην οθόνη οφείλεται στους πειραματισμούς του Γιάννη. Αφεθήκαμε στη στιγμή, επιτρέψαμε στους εαυτούς μας να αιφνιδιαστούμε από το υλικό της ταινίας, και πιστεύω μας δικαιώνει το αποτέλεσμα.
Μαζί με το συμπρωταγωνιστή σου, το Θανάση Πετρόπουλο, ενσαρκώνετε ένα ζευγάρι με μεγάλες διαφορές μεταξύ τους. Εκείνος εκδηλώνει μια δειλία, ενώ είσαι φαίνεσαι σίγουρη για τον εαυτό σου.
Θα έλεγα πως εκείνος έχει μια ροπή στη νωθρότητα που εκφράζεται μέσα από έναν ειρωνικό κυνισμό στον οποίο οχυρώνεται πεισματικά, σα να λέει «έτσι είμαι και σε όποιον αρέσω!» Στην πραγματικότητα φοβάται τη δέσμευση, όπως πολλοί εξάλλου. Η δική μου ηρωίδα, μπορεί να μην ξέρει ακριβώς τι ψάχνει αλλά βρίσκεται σε μια διαρκή κίνηση. Θέλει να αλλάξει, θέλει να ζήσει.
Έχουμε δηλαδή μια κλασική περίπτωση ετερώνυμων που έλκονται;
Δε νομίζω ότι διαφέρουν και τόσο. Ανάμεσά τους υπάρχει μια δυνατή έλξη που ξεχωρίζει από προηγούμενες σχέσεις τους. Η ταινία μάς τους γνωρίζει σε μια κομβική στιγμή αφού έχουν ήδη γνωριστεί και συνειδητοποιούν ότι έχουν σχέση. Τότε περνούν από μια αγχωτική διαδικασία στην οποία προσπαθούν να καταλάβουν εάν τελικά είναι κοντά, εάν είναι ερωτευμένοι... Έτσι κιόλας ερμηνεύω τον τίτλο της ταινίας. Μπορώ να τον φιλήσω; Μπορώ να τον αγγίξω; Είναι ενδοιασμοί που πιστεύω όλοι έχουμε ζήσει στις σχέσεις μας.
Δεν είναι αντιφατικό ότι ενώ δύο άνθρωποι νιώθουν καλά μεταξύ τους περνούν από μια τέτοια διαδικασία η οποία μπορεί να τους στερήσει κάτι που τους κάνει ευτυχισμένους;
Δεν είναι και το πιο απλό πράμα στον κόσμο να είναι κανείς ευτυχισμένος. Ειδικά οι σχέσεις απαιτούν ένα κόπο, μια συναισθηματική διαδρομή που θα τους δώσει ένα βάθος. Εάν θες να είσαι με ένα συγκεκριμένο άνθρωπο χρειάζεται υπομονή, δεν κερδίζεται ως δια μαγείας η ευτυχία. Όταν εξαϋλωθεί το πρώτο κύμα ενθουσιασμού, και πλέον συνειδητοποιείς ότι συνυπάρχεις με κάποιον αποκαλύπτονται οι άχαρες πτυχές μιας σχέσης, που συνήθως αγνοούνται στο σινεμά. Προσπερνιούνται οι στιγμές που τα πράματα ζορίζουν, γίνονται άβολα.
Κάθε σχέση είναι και μάθημα για την επόμενη λοιπόν; Αναγνωρίζεις τα λάθη σου, ανασυντάσσεσαι και προχωράς;
Αυτό είναι κάτι προσωπικό για τον καθένα. Ακόμα και μετά από πολλές σχέσεις μπορεί να μην κουνηθεί φύλλο και να βλέπεις να ανακυκλώνεται συνεχώς το ίδιο πράμα. Δεν είμαι σίγουρη όμως ότι ένας άνθρωπος, από ένα σημείο κι έπειτα, μπορεί να σε βγάλει από αυτόν το λήθαργο. Προσωπικά, μαθαίνω από τη ζωή και προσπαθώ να βελτιώνομαι σαν άνθρωπος, να γίνομαι πιο ειλικρινής με τον εαυτό μου.
Υπάρχει κάποιος Έλληνας σκηνοθέτης με τον οποίο θα ήθελες να συνεργαστείς;
Δε νιώθω πως είμαι ακόμα στο σημείο όπου μπορώ να πω με ευκολία ότι ταιριάζω κινηματογραφικά με κάποιον. Η αλήθεια όμως είναι ότι θα με ενδιέφερε πολύ να δουλέψω με τον Αλέξανδρο Βούλγαρη. Είδα το «Νήμα» και συγκινήθηκα πολύ. Ο κόσμος της μου φαίνεται δελεαστικός, και θα ήθελα να δω εάν μπορώ να ανταποκριθώ σε ένα αντίστοιχο σκηνοθετικό ύφος. Γιατί μπαίνεις σε μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, σε απορροφά ολοκληρωτικά, αφοσιώνεσαι εξ ολοκλήρου.