Ο Γάλλος σκηνοθέτης τού «Ανάμεσα στους Τοίχους» μιλάει στον Χρήστο Μήτση για την «Επιστροφή στην Ιθάκη», το νοσταλγικό δράμα για τη χαμένη γενιά της κουβανικής επανάστασης, που τον ξαναφέρνει στην αγαπημένη του Αβάνα.
Τι σας γοητεύει τόσο πολύ στην Κούβα ώστε μετά το σπονδυλωτό «7 Μέρες στην Αβάνα» να επιστρέψετε σ’ αυτήν;
Προτού γυρίσω ταινία εκεί είχα επισκεφτεί πολλές φορές το νησί, αλλά το «7 Μέρες στην Αβάνα» μου έδωσε την ευκαιρία να το μάθω πολύ καλύτερα και να το αγαπήσω περισσότερο. Η αρχική ιδέα της μικρού μήκους για το «7 Μέρες…» ξεκίνησε από ένα χαρακτήρα μυθιστορήματος του Λεονάρδο Παδούρα, ο οποίος επιστρέφει στην Κούβα ύστερα από χρόνια εξορίας. Το δουλέψαμε μαζί, αλλά το αφήσαμε στην άκρη και στη συνέχεια έγραψα εγώ ένα άλλο σενάριο 15 λεπτών για τη συγκεκριμένη ταινία. Κατόπιν επιστρέψαμε με τον Λεονάρδο στην ιδέα, την οποία αναπτύξαμε πλέον ως μεγάλου μήκους.
Η «Επιστροφή στην Ιθάκη» έχει μια κλειστή, θεατρική δομή. Δεν φοβηθήκατε ότι αυτό θα της προσδώσει μια αντικινηματογραφική αίσθηση; Δεν με προβλημάτισε κάτι τέτοιο, γιατί προτεραιότητά μου σ’ αυτή την ταινία ήταν το σενάριο και οι διάλογοι, οι οποίοι είναι πολύ κρίσιμοι. Γύρισα όλη την ταινία με δύο κάμερες και έδωσα έμφαση στα πρόσωπα και στις μικρές, αδιόρατες αντιδράσεις τους μέσα από τις οποίες εκφράζουν τα βαθύτερα συναισθήματά τους.
Η θεατρική φόρμα είναι γενικότερα κάτι που δεν μ’ ενοχλεί και, μεταφερμένη στο σινεμά, γίνεται μια γλώσσα διαφορετική από εκείνη της σκηνής. Επιπλέον, οι ερμηνείες και οι διάλογοι της ταινίας είναι πιο άμεσοι και πιο λιτοί από εκείνους ενός κλασικού θεατρικού έργου. Ένας άλλος λόγος για τον οποίο κράτησα περιορισμένη τη δράση είναι για να αποφύγω το βλέμμα του ξένου, του δυτικού τουρίστα, πάνω στην Αβάνα. Δεν ήθελα επ’ ουδενί να πέσω στην παγίδα του φολκλόρ.
«Ένας άλλος λόγος για τον οποίο κράτησα περιορισμένη τη δράση είναι για να αποφύγω το βλέμμα του ξένου, του δυτικού τουρίστα, πάνω στην Αβάνα. Δεν ήθελα επ’ ουδενί να πέσω στην παγίδα του φολκλόρ.»
Τόσο στο «Ελεύθερος Ωραρίου» όσο και στο «Ανάμεσα στους Τοίχους», οι χώροι διαδραματίζουν σχεδόν πρωταγωνιστικό ρόλο. Εδώ η σημασία τους μοιάζει να έχει υποβαθμιστεί…
Επειδή ισχύει αυτό που αναφέρατε, επιχείρησα αφενός να δώσω την αίσθηση της ελευθερίας κινηματογραφώντας τις ταράτσες και τον ανοιχτό ουρανό της Αβάνας και αφετέρου να υπογραμμίσω μια αίσθηση απομόνωσης –μια δημιουργική αντίθεση, κατά τη γνώμη μου–, περιορίζοντας το χώρο δράσης και σκοτεινιάζοντας τη θέα της θάλασσας, ως μια ανεκπλήρωτη υπόσχεση διαφυγής. Προσπάθησα επίσης να φέρω τους ήχους της πόλης σε πρώτο πλάνο, φτιάχνοντας μέσα απ’ αυτούς τον περιβάλλοντα χώρο.
Πόσο ορατό είναι στον επισκέπτη ότι η Κούβα ζει ένα τέλος εποχής;
Από το 2002 που την επισκέφτηκα για πρώτη φορά, αυτό που εγώ είδα ν’ αλλάζει έντονα είναι η διάθεση των Κουβανών να μιλήσουν. Λιγότερος φόβος και μεγαλύτερη επιθυμία να αμφισβητηθεί η επίσημη ιστορία. Στην ταινία, όμως, ήθελα να δώσω μια πιο οικουμενική διάσταση και να μιλήσω για κάθε γενιά που βλέπει την εποχή της να τελειώνει και κοιτά νοσταλγικά το παρελθόν της: τα όνειρά της και πώς αυτά διαψεύστηκαν…
Περισσότερες πληροφορίες
Επιστροφή στην Ιθάκη
Ένα ζεστό απόγευμα, πέντε φίλοι μαζεύονται σε μια ταράτσα της Αβάνας για να γιορτάσουν την επιστροφή ενός απ’ αυτούς ύστερα από 16 χρόνια εξορίας στη Μαδρίτη.