Διάσημος για το έργο του,
και ίσως διασημότερος για
τις δηλώσεις του όχι μόνο σχετικά με αυτό, ο σκηνοθέτης του «Melancholia» –το οποίο οι αναγνώστες του «α» θα δείτε πρώτοι σε avant premiere– φέρνει τα πάνω κάτω μόλις δει μικρόφωνο μπροστά του. Η press conference των Κανών, οι ναζί, οι Εβραίοι και η δημόσια συγγνώμη θα κάνουν καιρό να ξεχαστούν. Αποφασισμένοι να τον αναγκάσουμε να τα (ξανα)πει όλα μια και καλή, ανακρίναμε τον προκλητικότερο κινηματογραφικό δημιουργό στην απόλυτη εφ’ όλης της ύλης «συνέντευξη» που έχει (ξανα)δώσει ποτέ. Αφού εκείνος είχε έτσι κι αλλιώς έτοιμες τις απαντήσεις, εμείς δεν έπρεπε παρά να
βάλουμε τις ερωτήσεις.
Περάσατε μια μεγάλη περίοδο βαριάς κατάθλιψης πριν από τον «Αντίχριστο». Την έχετε αφήσει
πίσω σας ή η μελαγχολία
συνεχίζεται;
Αυτήν τη στιγμή χαίρομαι που είμαι ζωντανός. Νιώθω όπως κάποιος που επέστρεψε από τον πόλεμο του Βιετνάμ. Είμαι σίγουρος ότι αργότερα θα αρχίσω να πυροβολώ και να σκοτώνω κόσμο σε κάποια πλατεία, αλλά προς το παρόν αισθάνομαι υπέροχα που είμαι ζωντανός. Κάνω διακοπές και είναι τόσο ωραία, ενώ μπορεί και να μη μου ξανάρθει καινούργια
κινηματογραφική ιδέα ξανά.
Μοιάζει σαν να θέλετε να ξεχάσετε όχι μόνο την τελευταία δύσκολη περίοδο αλλά και ολόκληρο το παρελθόν σας.Όχι φυσικά. Με διαφορετικό παρελθόν, με διαφορετικά παιδικά χρόνια, θα ήμουν ένας άλλος άνθρωπος και πολύ λογικά δεν θα είχα κάνει τις ίδιες ταινίες.
Πόσο «αναγνωρίσιμα» είναι τα παιδικά σας χρόνια μέσα στις ταινίες σας;Εσείς να μου πείτε: μεγάλωσα σε ένα πολιτιστικά ριζοσπαστικό περιβάλλον, όπου τα έντονα συναισθήματα ήταν απαγορευμένα. Προέρχομαι από μια οικογένεια κομουνιστών γυμνιστών. Ήμουν πάντα ελεύθερος να κάνω ή να μην κάνω ό,τι θέλω. Οι γονείς μου δεν ενδιαφέρονταν αν θα πήγαινα σχολείο ή αν θα έπινα δύο μπουκάλια λευκό κρασί.
Και τα θρησκευτικά σαςπιστεύω;
Δεν πιστεύω στον καθολικισμό για τον καθολικισμό. Ένιωσα την ανάγκη να βιώσω την αίσθηση ότι ανήκω σε μια θρησκευτική κοινότητα ακριβώς γιατί οι γονείς μου ήταν δηλωμένοι άθεοι. Θα έλεγα όμως ότι είμαι ένας απλός χριστιανός, όχι ένας αληθινός πιστός. Διότι από μικρός ήμουν πεπεισμένος πως η φύση, η Γη ή ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι δημιουργήματα ενός ελεήμονα Θεού. Κι αν η δημιουργία του είναι τόσο σπουδαία, τότε γιατί εκείνος θέλει να πέφτουμε στα γόνατα;
Και η μάχη του Καλού με το Κακό η οποία κυριαρχεί σχεδόν σε όλες τις ταινίες σας;Αυτήν μπορεί να την προσεγγίσει κάποιος με πολλούς τρόπους, όχι μόνο με θρησκευτική οπτική. Στο Κακό, πάντως, θα βρει σίγουρα πολύ πιο ενδιαφέρουσες εικόνες. Το κακό στηρίζεται πολύ περισσότερο στη δύναμη και τη γοητεία της εικόνας, ενώ το Καλό δεν διαθέτει καθόλου καλές εικόνες. Όσον αφορά τις ταινίες μου, υπάρχει πράγματι η σύγκρουση ως κυρίαρχο θεματικό μοτίβο, αλλά εγώ τη βλέπω ως αυτή των ιδανικών ενός ανθρώπου με τον κόσμο γύρω του. Όποτε πρωταγωνιστεί ένας άντρας, η ταινία τείνει στην πορεία να ξεχάσει τα ιδανικά. Όποτε πρωταγωνιστεί γυναίκα όμως, τα υπερασπίζεται μέχρι τέλους.
Όπως και στο «Melancholia», τις περισσότερες φορές ο πρωταγωνιστικός ρόλος ανήκει σε μια γυναίκα, την οποία βασανίζετε με μια μάλλονσαδιστική απόλαυση.
Κι όμως, οι γυναίκες στις ταινίες μου είναι με έναν τρόπο πιο ανθρώπινες, ενώ οι άντρες πιο ανόητοι. Δεν ξέρω πραγματικά γιατί μου βγαίνει έτσι κάθε φορά. Για έναν παράξενο λόγο,
οι γυναικείοι χαρακτήρες μου με αντιπροσωπεύουν περισσότερο. Δεν μισώ τις γυναίκες. Μου είναι δύσκολο να σκεφτώ πως μπορεί κάποιος να μισεί τις γυναίκες. συγκεκριμένες γυναίκες ίσως (γέλια), όπως και συγκεκριμένους άντρες. Αλλά το να πεις ότι μισείς όλες τις γυναίκες μού φαίνεται εντελώς γελοίο. Από την άλλη, με έχει επηρεάσει πολύ ο τρόπος με τον οποίο ο Άουγκουστ Στρίντμπεργκ χειριζόταν τις σχέσεις αντρών και γυναικών. Αλλά να πεις πως κι αυτός μισούσε τις γυναίκες είναι επίσης γελοίο. Δεν περνάς όλη σου τη ζωή περιγράφοντας και συζητώντας κάτι το οποίο μισείς. Πιστεύω επίσης πως ο Στρίντμπεργκ πλησίαζε τις γυναίκες
με ένα ιδιαίτερο χιούμορ. Ίσως όχι πάντοτε, αλλά έχω μια ρομαντική τάση προς τη (να την πούμε λίγο «παιδιάστικη»;) οπτική του απέναντι στη σχέση των
δύο φύλων.
Πάντως, σας έχουν κατηγορήσει όχι μόνο για την κακομεταχείριση των γυναικείων χαρακτήρων σας αλλά και των ίδιων των πρωταγωνιστριών σας.
Δεν νομίζω ότι βασάνιζα τη Νικόλ Κίντμαν, αλλά ξέρω πως είπε ότι τα πράγματα στο πλατό του «Dogville» ήταν λίγο άγρια. Η Bjοrk ή η Κίρστεν Ντανστ, από την άλλη, δεν έχουν πει τίποτα (γέλια). Μιλώντας ειλικρινά, οι σχέσεις μου με τους ηθοποιούς είναι λίγο περίπλοκες. Παλιότερα κρατιόμουν συνειδητά σε απόσταση, είχα ένα φόβο για κάτι άμεσο, για μια πολύ έντονη επαφή. Μόνο ένας ανόητος δεν φοβάται τους ηθοποιούς, αλλά δεν μπορείς να τα βάλεις και μαζί τους. Οπότε, αφού δεν μπορείς να τα βάλεις μαζί τους, πάρ’ τους με το μέρος σου που λένε. Όσο μεγαλώνω, λοιπόν, τόσο ενδιαφέρομαι για τη δουλειά τους. Τους προτρέπω πλέον να αυτοσχεδιάζουν, να βρίσκουν εκείνοι τις ατάκες τους, αλλά οι ηθοποιοί χρειάζονται πάντοτε «τουβλάκια» για να παίξουν. Έτσι καταλήγουμε σε αυτοσχεδιασμούς τους οποίους είχαμε σχεδιάσει από πριν. Αυτοσχεδιασμός χωρίς πλάνο είναι σαν ένα ματς τένις χωρίς μπαλάκια.
Αναφέρατε την Κίντμαν και το «Dogville». Σκοπεύετε να ολοκληρώσετε την «αμερικανική τριλογία»;Το «Wasington» είναι πάντα στο νου μου, αλλά ενώ ήθελα να το κάνω μετά το «Manderlay» βγήκαν άλλα πράγματα στο δρόμο.
Η Αμερική όμως βρίσκει πάντα τρόπο να εισβάλλει στις ταινίες σας. Στο «Melancholia» ο σύζυγος της Σαρλότ Γκενσμπούρ, τον οποίο υποδύεται ο Κίφερ Σάδερλαντ, είναι ένας πλούσιος Αμερικανός.Ένα μεγάλο μέρος της ζωής μας έχει να κάνει με την Αμερική.
Στη χώρα μου η «παρουσία» της είναι συντριπτική και μας επηρεάζει συνήθως με άσχημο τρόπο. Ειδικά επί Μπους, ο οποίος έκανε ένα σωρό ηλίθια πράγματα.
Οι ΗΠΑ κάθονται πάνω σε όλο τον υπόλοιπο κόσμο και γι’ αυτό κάνω ταινίες που τις αφορούν. Θα έλεγα πως το 60% των ερεθισμάτων, των εμπειριών μου στη ζωή είναι αμερικανικό, οπότε στην πραγματικότητα είμαι Αμερικανός. Αλλά δεν μπορώ να πάω εκεί και να ψηφίσω.
Και το αμερικανικό σινεμά;Το ανεξάρτητο είναι άλλο πράγμα. Τα στούντιο, ωστόσο, δίνουν λεφτά στους σκηνοθέτες για να πάψουν να είναι εφευρετικοί και δημιουργικοί, αν και αρχικά υποτίθεται ότι τους έχουν επιλέξει για να κάνουν το εντελώς αντίθετο. Εγώ είχα προτάσεις να δουλέψω εκεί, αλλά προτίμησα να μείνω εδώ και να κάνω τις ταινίες που ήθελα. Πρέπει να προσπαθήσεις να αντισταθείς στον πειρασμό μιας πανάκριβης περιπέτειας.
Να μπορέσεις να πεις όχι στον «Μπάτμαν» – γιατί όσο ακριβότερα τόσο χειρότερα.
Μετά τα όσα συνέβησαν στη συνέντευξη Τύπου των Κανών το «Melancholia» πέρασε σε δεύτερη μοίρα.Σε δεύτερη; Εγώ την ξέχασα εντελώς την ταινία.
* Όλες οι απαντήσεις του Λαρς φον Τρίερ προέρχονται απόδιαφορετικές δικές του συνεντεύξεις. Για την αντιγραφή,
Χρήστος Μήτσης.