Ο Γιώργος Σερβετάς μιλά για τη βραβευμένη ταινία του «Να Κάθεσαι Και Να Κοιτάς», την κρίση, το γουέστερν και την ελληνική επαρχία…

Ο Έλληνας σκηνοθέτης παρουσιάζει το δεύτερο μεγάλου μήκους φιλμ της καριέρας του, ένα κοινωνικό δράμα που εκτυλίσσεται στην επαρχεία, το οποίο βρέθηκε στο περασμένο Φεστιβάλ του Τορόντο, στο Πανόραμα της Μπερλινάλε 2014 και απέσπασε το Βραβείο Β’ Ανδρικού Ρόλου από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου.

Ο Γιώργος Σερβετάς μιλά για τη βραβευμένη ταινία του «Να Κάθεσαι Και Να Κοιτάς», την κρίση, το γουέστερν και την ελληνική επαρχία…

Ο Γιώργος Σερβετάς παρουσιάζει το δεύτερο μεγάλου μήκους φιλμ της καριέρας του, ένα κοινωνικό δράμα που εκτυλίσσεται στην επαρχεία, το οποίο βρέθηκε στο περασμένο Φεστιβάλ του Τορόντο, στο Πανόραμα της Μπερλινάλε 2014 και απέσπασε το Βραβείο Β’ Ανδρικού Ρόλου από την Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου.

Ο Γιώργος Σερβετάς μιλά για τη βραβευμένη ταινία του «Να Κάθεσαι Και Να Κοιτάς», την κρίση, το γουέστερν και την ελληνική επαρχία… - εικόνα 1
Γιώργος Σερβετάς

Έχεις βαπτίσει την ηρωίδα της ταινίας σου Αντιγόνη. Υπάρχουν αναλογίες με την τραγική ηρωίδα του Σοφοκλή; Και αν ναι, ποιες είναι αυτές;
Όχι, γενικά δεν υπάρχουν αναλογίες. Αυτό που υπάρχει είναι κείμενα, ταινίες και εικόνες που έχω στο μυαλό μου κατά τη διάρκεια της συγγραφής και της προετοιμασίας μιας ταινίας. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, η πραγματικότητα και οι ιστορίες γύρω από αυτήν έγιναν ξαφνικά μεγάλες. Αυτό, με ανάγκασε να ξαναεξετάσω επικές φόρμες, όπως είναι το γουέστερν - το οποίο θεωρώ ότι είναι η πιο πρόσφατη μορφή επικής αφήγησης. Συγκεκριμένα τώρα, η πρωταγωνίστρια Αντιγόνη καταδεικνύει τη σχετικότητα της έννοιας του νόμου, δηλαδή ότι δεν πρόκειται για κάποια καθολική αξία. Η εδραίωση μιας αντίληψης για το δικαίωμα (και ταυτόχρονα την υποχρέωση) του ατόμου ή της κοινωνίας να αμφισβητεί και να αψηφά τον νόμο όταν αντιβαίνει στην συνείδησή του ή στην περί δικαίου αντίληψη αντίστοιχα.

Η ταινία σου έχει χαρακτηριστεί από αρκετούς ως «μετα-γουέστερν». Πιστεύεις ότι το «Να Κάθεσαι Και Να Κοιτάς» υπακούει σε κάποιους από τους κώδικες του είδους του γουέστερν;
Μπορώ να μιλήσω μόνο για τις προθέσεις μου. Το αν τελικά υπακούει στους κανόνες, αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Αν θεωρήσουμε πάντως ότι το γουέστερν είναι το έπος της επέκτασης του δυτικού πολιτισμού, της νίκης του ανθρώπου απέναντι στη φύση, τότε βρίσκω ότι η προβληματική του είναι αρκετά επίκαιρη σήμερα. Με έναν τρόπο, βιώνουμε τα αποτελέσματα μιας τέτοιας αντίληψης που θέλει τη φύση να υποτάσσεται στις ανάγκες του ανθρώπου. Επίσης, το γουέστερν μου προσφέρει ένα έτοιμο σύνολο συμβάσεων: η μικρή αποκομμένη πόλη και ο ξένος που φτάνει για να διαταράξει την ισορροπία των δυνάμεων. Μπορείς με μόνο λίγους χαρακτήρες να στήσεις ένα κινηματογραφικό περιβάλλον που να εκπροσωπεί μια ευρεία κοινωνική διαστρωμάτωση.

Γιατί επέλεξες ως σκηνικό σου μια πόλη της ελληνικής επαρχίας και όχι ένα αστικό κέντρο, όπως οι περισσότεροι σκηνοθέτες της γενιάς σου; Γιατί δεν ονοματίζεις την επαρχιακή σου πόλη;
Θεωρώ ότι το σύγχρονο ελληνικό τοπίο, όπου η πράσινη ανάπτυξη άφησε πίσω της καμένα δάση, φωτοβολταϊκά και ανεμογεννήτριες σπαρμένα στην αγροτική γη, η επαρχία προσφέρεται για να απεικονίσει την αδιαφορία απέναντι στην ομορφιά και τη φύση -ως αξίες από μόνες τους. Είναι το αποτέλεσμα μιας βασικά νεοφιλελεύθερης αντίληψης, όπου ο ήλιος είναι για να κόβει λεφτά και όπου και η βουνοκορφή πρέπει να στυφτεί για να αποδώσει λίγο κέρδος. Η Αθήνα είναι το ίδιο ή και περισσότερο κακοποιημένη σαν τοπίο, αλλά νομίζω ότι το τρέχον πεδίο της σύγκρουσης απεικονίζεται πιο γλαφυρά στην επαρχία. Κάτι άλλο που μου προσφέρει το περιβάλλον μιας υποθετικής μικρής πόλης, είναι ότι κάνει πιο πιστευτή την άτοπη σύναξη ανθρώπων. Την ίδια στιγμή, το τοπίο της ταινίας δεν είναι “μια πόλη της ελληνικής επαρχίας”, είναι το τοπίο της οικονομικής κρίσης, όπως αυτή εμφανίζεται στην Ελλάδα. Στην πραγματικότητα (τουλάχιστον όπως εγώ γνωρίζω την επαρχία), αυτή η πόλη δεν υπάρχει. Οπουδήποτε στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, δεν υπάρχει ένα τέτοιο μέρος όπου η Αντιγόνη θα ήταν τόσο μόνη. Παντού υπάρχουν, λίγο ή πολύ συλλογικότητες ανθρώπων που δρουν και αντιδρούν. Τέλος, έχουν περάσει πάνω από εκατό χρόνια από τότε που το κοινό μιας ταινίας έκανε στην άκρη για να μην το πατήσει το τρένο της οθόνης. Η νατουραλιστική γραφή που έχει επικρατήσει στον κινηματογράφο θα πρέπει να μας είναι πια οικεία, με τον ίδιο τρόπο που αν βλέπουμε την Ηλέκτρα στην Επίδαυρο, δεν λέμε, “τς τς, κοίτα τι γινόταν στο Άργος!”.

Η ταινία σου αποπνέει μια απαισιοδοξία για τη σύγχρονη Ελλάδα. Πιστεύεις ότι σε παλιότερους καιρούς τα πράγματα ήταν καλύτερα για τη χώρα (η Αντιγόνη κάνει μια αναφορά στην δεκαετία του ΄80); Αισθάνεσαι μια νοσταλγία για το νεοελληνικό χτες;
Μα η ταινία έχει χάπι εντ! Ή τουλάχιστον υπάρχει ένα κοινό που εκτιμώ ότι θα είναι χαρούμενο βγαίνοντας από την αίθουσα. Δεν υπάρχει απαισιοδοξία, υπάρχει η παλιά και κλασική ανάγκη για εξέγερση. Αναμφισβήτητα στην χώρα αυτή έχουμε ζήσει και καλύτερες ημέρες. Η ευημερία του '80, του '90 και του 2000, σίγουρα περιείχε πολλή καφρίλα και γέννησε πολιτικά και κοινωνικά εκτρώματα. Η ευημερία πέρασε, η καφρίλα εξακολουθεί να υπάρχει και να κυβερνά… Οπότε ναι, τα πράγματα έχουν υπάρξει καλύτερα. Κατά τα άλλα, δεν αισθάνομαι νοσταλγία (δεν θα είχε και πολύ νόημα άλλωστε), αφού το μέλλον μπροστά που μπορεί να γίνει καλύτερο από το χτες.

Το φιλμ σου κατάφερε να μετατρέψει τη μοναδική του υποψηφιότητα σε διάκριση, στα πρόσφατα βραβεία της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου. Ο Νίκος Γεωργάκης στον ευχαριστήριο λόγο του παραδέχτηκε ότι υπήρχαν εντάσεις με σένα στα γυρίσματα… Ισχύει αυτό; Γενικά, πιστεύεις ότι τέτοιου είδους αντιπαραθέσεις βγάζουν μια δημιουργική ένταση στην οθόνη;
Νομίζω ότι οι εντάσεις και οι αντιπαραθέσεις γενικά δυσκολεύουν την δημιουργική διαδικασία. Επίσης, η αλήθεια είναι ότι την ευθύνη για το κλίμα στα γυρίσματα την έχει ο σκηνοθέτης. Θα προτιμούσα να μην υπήρχαν αυτές οι εντάσεις. Από την άλλη, η δημιουργία μιας ταινίας δεν έχει μόνο ευχάριστες στιγμές. Είναι ταυτόχρονα μια διαδικασία που απαιτεί πολλή δουλειά, πολύ άγχος, κάτω από πίεση χρόνου και δύσκολες συνθήκες.

Γιατί επέλεξες για πρωταγωνιστές σου δυο νέα παιδιά την Μαρίνα Συμεού και τον Γιώργο Καφετζόπουλο, που δεν έχουν μεγάλη εμπειρία στο σινεμά;
Γιατί θεώρησα και θεωρώ ότι ταιριάζουν στους ρόλους. Από την άλλη, με την Μαρίνα έχουμε συνεργαστεί σε μικρού μήκους ταινίες και σε μια ψηφιακή μεγάλου μήκους το 2008. Μου αρέσει να συνεργάζομαι όσο γίνεται με ανθρώπους που ξέρω και με ξέρουν, που μπορούν να καταλάβουν πώς σκέφτομαι και τι εννοώ. Ο Γιώργος, αν και δεν είχαμε συνεργαστεί στο παρελθόν, κινείται σε ένα περιβάλλον που μας κάνει να έχουμε κάποιες κοινές πολιτισμικές αναφορές.

Διαβάστε ακόμα

Τελευταία άρθρα Σινεμά

Κωνσταντίνε Φραγκούλη, πώς γύρισες ένα ψυχολογικό θρίλερ στη Σάμο;

Ο σκηνοθέτης απαντά στις ερωτήσεις μας με αφορμή την αθηναϊκή πρεμιέρα της πρώτης μεγάλου μήκους του.

ΓΡΑΦΕΙ: ΓΙΑΝΝΗς ΚΑΝΤΕΑ-ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟς
16/04/2024

Κάννες 2024: Το "September" της Αριάν Λαμπέντ κάνει πρεμιέρα στο Ένα Κάποιο Βλέμμα

Το μεγάλου μήκους σκηνοθετικό ντεμπούτο της διακεκριμένης ηθοποιού παρουσιάζεται σύντομα στην Κρουαζέτ.

Ελληνικό box office: Ένα "Panda" δεν φέρνει την άνοιξη

Το "Kung Fu Panda 4" συνεχίζει να συναρπάζει τους νεαρούς κινηματογραφόφιλους, αλλά οι καινούριες ταινίες μοιάζουν να μην ενδιαφέρουν ιδιαίτερα ούτε μικρούς ούτε μεγάλους.

Οι ταινίες που έρχονται στις αίθουσες την Πέμπτη 18/4

Ένα περιπετειώδες δυστοπικό sc-fi, ένα υποβλητικό arthouse δράμα αλλά και μια νέα ταινία τρόμου προσεχώς στις μαρκίζες των κινηματογράφων.

Βλέπουμε την "Κάρι" του Στίβεν Κινγκ στον Δαναό

Την ταινία σκηνοθετεί ο Μπράιαν Ντε Πάλμα, ο οποίος παρέδωσε μια από τις πιο εμβληματικές ταινίες τρόμου στην ιστορία και έκτοτε μπήκε στο πάνθεον των καλύτερων σκηνοθετών τρόμου.

Άνοιξαν οι συμμετοχές για το 14ο International Micro μ Festival

Ανοιχτό κάλεσμα σε Έλληνες και ξένους κινηματογραφιστές με στόχο την ανάδειξη της ταινίας μικρού μήκους.

Το παιδικό και εφηβικό φεστιβάλ "Psaroloco" επιστρέφει

Το φεστιβάλ ετοιμάζει μια σειρά ταινιών - εργαστηρίων - διαδραστικών εμπειριών και συζητήσεων ειδικά προσαρμοσμένων για μικρούς σινεφίλ.